Όπως επίσης δε λέω πως ένας φιλόσοφος πρέπει σώνει και καλά να υποφέρει. Αν δεν έχει υποφέρει όμως είναι καταδικασμένος στην αποστείρωση της λογικής. Θα δουλεύει πάντα με τη μισή αλήθεια, γιατί το Σύμπαν τριγύρω μας δεν είναι λογικό. Όχι στο βάθος του. Δε θα καταπιαστώ εδώ με το πρόβλημα του παράλογου. Με έχουν προλάβει άνθρωποι με πολύ ανώτερη φιλοσοφική κατάρτιση. Εδώ όμως μιλάω για το φιλόσοφο που υποφέρει, γιατί του έλαχε να υποφέρει. Για το φιλόσοφο που φιλοσοφεί μάλλον γιατί υποφέρει. Για εκείνον που η ζωή και ο κόσμος γύρω του δεν είναι γιομάτος μονοπάτια και σκαλοπάτια που τον περιμένουν να τα ανακαλύψει, αλλά ορθώνεται λείος και ανυπέρβλητος. Για το φιλόσοφο μιλάω εκείνον που αγωνίζεται να λαξεύσει με τα ίδια του τα νύχια τα σκαλοπάτια του κι έτσι η φιλοσοφία του έχει κάτι από το αίμα του ανθρώπου, από την αγωνία του. Σκοπός μου δεν είναι να θολώσω τα νερά της λογικής με άστοχο και άγονο ψευτο-συναισθηματισμό. Ωστόσο, στοχεύω σε ένα συναισθηματισμό εύστοχο και γόνιμο, τον οποίο θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ. Σε μια μελαγχολία της ύπαρξης, η οποία αποτελεί αναγκαία συνθήκη για μία αξιόλογη φιλοσοφική στάση, δηλαδή μια στάση που δεν εκτροχιάζεται σε λεκτικά ευφυολογήματα και λογικές σπαζοκεφαλιές. Στη συνέχεια, λοιπόν, θα αναλύσω μερικά θέματα που εικάζω ως σημαντικά για μία σωστή φιλοσοφική θεώρηση.
1. Το ουσιαστικό και το ουσιαστικοποιημένο.
Καμιά φορά ορισμένες μορφές του φιλοσοφείν μου δίνουν την εντύπωση μιας σκέψης χαμένης στην κοσμάρα της. Η αναλυτική φιλοσοφία, για παράδειγμα, πρέπει να παραδεχτώ πως είναι ένα πολύ ισχυρό εργαλείο του νου και, πέρα από τα συναισθηματικά φορτισμένα ξεσπάσματά μου, θεωρώ πως είναι απαραίτητη στο φιλοσοφικό μας οπλοστάσιο. Ωστόσο, συχνά μου δίνει την εντύπωση πως ενώ ένας πόλεμος εξελίσσεται τριγύρω της, μια λυσσαλέα μάχη του ανθρώπου με την ίδια του την ύπαρξη, εκείνη στέκεται σε απόσταση και με τις άριστες σκοπευτικές της ικανότητες εξασκείται σε μπουκάλια και κονσέρβες, στη χειρότερη, ή αγωνίζεται να φιλοτεχνήσει άρτια αισθητικά σχεδιαγράμματα της μάχης, στην καλύτερη. Έγραφε ο Ν. Εγγονόπουλος το 1948 - αν και δεν ήταν φιλόσοφος με την στερεότυπη έννοια της λέξης - "τούτη η εποχή / του εμφύλιου σπαραγμού / δεν είναι εποχή για ποίηση / κι άλλα παρόμοια...". Αυτό φοβάμαι καμιά φορά, λοιπόν, ότι ασχολούμαστε με "άλλα παρόμοια". Θα αναλύσω περισσότερο αργότερα. Δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι άριστος κάτοχος της αναλυτικής φιλοσοφίας, ώστε να μπορώ να κρίνω με τη αυτοπεποίθηση μιας αυθεντίας. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία, καθώς χρησιμοποιώ για γνώμονα την ίδια τους τη "γκρίνια" (βλ. Cogito, τεύχη 3 & 4, Εκδ. Νεφέλη) αλλά και την δική μου ενστικτώδη απώθηση, την οποία αισθάνομαι κάθε που βρίσκομαι αντιμέτωπος με την εφαρμογή μιας αυτοϊκανοποιούμενης μαθηματικής λογικής στα ανθρώπινα.
Όχι δεν είμαι αντίθετος στον ορθολογισμό, αλίμονο! Θεωρώ, παρ' όλα αυτά, ότι ο ορθολογισμός πρέπει κάπου να σταματάει και να παραδίδει τη σκυτάλη σε μιαν φιλοσοφική διαίσθηση, η οποία θα γεφυρώνει τα χάσματα και θα αίρει τα αδιέξοδα στα οποία υποπέφτει το λογικό. Όμοια, με τη σειρά του, το λογικό οφείλει να βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση και να συνετίζει το θυμικό όποτε αυτό τείνει να ξεφύγει σε φαντασιοκοπήματα και ουτοπικά παραληρήματα ή πνίγεται από την αγωνία και τη ματαιότητα. Αυτή η χρυσή τομή είναι κατ' εμέ το ζητούμενο της φιλοσοφίας, ή μάλλον της φιλοσοφικής προσέγγισης. Λέω όχι στην αποστειρωμένη λογική η οποία με το νυστέρι της απόλυτης διαύγειας αίρει κάθε ενότητα των εννοιών και εξαντλεί το (αν όχι και εξαντλείται στο) ελάχιστο, αφού το μόνο που έχει στα χέρια της δεν είναι παρά το τεμαχισμένο.
Ο φιλόσοφος χρειάζεται να καλλιεργεί μια ψύχραιμη επίγνωση, μια "γλυκύτητα" της σκέψης, και να διαισθάνεται πότε πρέπει να σταματήσει την ανάλυση και να κάνει ένα βήμα πίσω. Ένα βήμα που θα τον βοηθήσει να διακρίνει το όλον και να το μπολιάσει, όπου χρειάζεται, με μικρά βλαστάρια της καρδιάς. Δε μπορείς να στοχάζεσαι πάνω στον πόνο ή το θάνατο χωρίς λίγη θλίψη για όλα τα πλάσματα που υπέφεραν και πέθαναν στους αιώνες, ακόμη κι αν τελικά η σκέψη σε οδηγήσει σε μονοπάτια φωτεινά. Δεν είναι δυνατόν να διανοηθείς πάνω στην ηθική ή την ηθικότητα με μόνο εφοδιο την ψυχρή λογική, δίχως ένα ελάχιστο νοητικό άλμα σεβασμού. Ας πούμε, ποιο το νόημα ενός παρόμοιου παραδείγματος (*) που καταδεικνύει ότι μπορεί κάποιος να φερθεί με ηθικώς επιλήψιμο τρόπο, κληροδοτώντας από πρόθεση ένα ελαττωματικό γονίδιο, χωρίς να βλάπτει κάποιο συγκεκριμένο άτομο, αφού δεν έχει γεννηθεί κανείς ακόμη; Αν μετά από χρόνια, στον απόγονο αυτόν αποκαλυφθούν τα πάντα για την προμελέτη, πιστεύει κανείς στ' αλήθεια ότι παρόμοια επιχειρήματα και συλλογιστικές θα τον έκαναν να αποδεχτεί την πρόθεση της μητέρας του και να ξεπεράσει την τύχη του χαμογελώντας και λέγοντας "δεν πειράζει, αφού δεν υπήρχε τότε κανείς για να βλαφτεί"; Τέτοια παραδείγματα δεν οδηγούν, κατά τη γνώμη μου, σε καμία ουσιαστική γνώση παρά μόνο σε συλλογισμούς συνεπείς προς κάποια ηθική μα όχι προς τον άνθρωπο.
Ολοκληρώνω, λοιπόν, επιλέγοντας όχι απλά μια φιλοσοφία που ξεκινάει από το θυμικό, αλλά που συμπορεύεται με αυτό. Μια φιλοσοφία ίσως με μια απόχρωση ψυχολογίας και λίγο άρωμα ποίησης.
(*) Όπως έχω επισημάνει ξανά, το blog Theorein δε λειτουργεί, εδώ και χρόνια. Τυπωμένη έκδοση υπό μορφή pdf, από το προσωπικό μου αρχείο, εδώ.
2. Στη βράση κολλάει ο... φιλόσοφος.
Ανάλογη με την προηγούμενη θέση είναι και τούτη εδώ, που αφορά το ρόλο της δράσης στη φιλοσοφική ενασχόληση. Όπως έχω ήδη σχολιάσει εδώ, το στοχάζεσθαι από μόνο του, δίχως την απαραίτητη εξάσκηση στο στίβο της ζωής, στη δράση, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε παραλογισμούς λογικοφανείς. Η πράξη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της φιλοσοφίας και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε αποφθέγματα αυθεντίας, αν νωρίτερα δεν έχει τριφτεί με τους ανθρώπους και δεν έχει κοσκινίσει τη θεωρία του μέσα από τον ανθρώπινο βίο. Αυτό ισχύει για κάθε μορφή φιλοσοφίας. Δεν έχει νόημα, για παράδειγμα, να διακηρύξω μια νέα, επαναστατική πολιτική θεωρία - απ' όση έμπνευση και συνέπεια κι αν διακατέχεται - με όρους απόλυτης και δογματικής αλήθειας, δίχως να τη δω να εφαρμόζεται και να δοκιμάζεται στην πράξη, στο πεδίο της ανθρώπινης πάλης, της ανθρώπινης ανάγκης και της ανθρώπινης αδυναμίας.
Στην προαναφερθείσα βάση, ο φιλόσοφος είναι συνάμα και πολεμιστής. Είναι ο άνθρωπος που παλεύει στην πρώτη γραμμή της ανθρωπότητας, μέσα στον ορυμαγδό και την ταραχή, να αφουγκραστεί ένα ελάχιστο μήνυμα συνέπειας, ένα αμυδρό φτερούγισμα ειρήνης. Όχι τηλέμαχος, αλλά αγχέμαχος. Όχι ασφαλισμένος πίσω από το βαρύ δρύινο γραφείο του και τις σκονισμένες επάλξεις των στοιβαγμένων βιβλίων, αλλά μέσα στους στίβους της πολιτικής, στη βουή της αγοράς, στα σχολειά και τις πλατείες. Όχι σαν ανεπαίσθητο θρόισμα πεταλούδας αλλά με επίμονο οίστρου βουητό, κεντώντας και αφυπνίζοντας, όχι χαϊδεύοντας και ναρκώνοντας. Ο φιλόσοφος πρέπει να συνδιαλέγεται με και να ανατροφοδοτείται ακατάπαυστα από τους ανθρώπους εκείνους, για χάρη των οποίων θεωρεί ότι φιλοσοφεί και αγωνίζεται. Πρώτα με αυτούς και κατόπιν με τους ομοίους του. Σε δεύτερη μοίρα η γενειάδα και η τήβεννος, σε πρώτο πλάνο το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί. Σε δεύτερη μοίρα τα ουράνια και τα σύμπαντα, σε πρώτο πλάνο η λασπουριά, η τέφρα και ο θάνατος. Φυσικά και οφείλει ο φιλόσοφος να ξεπερνάει την κοινωνία του, τουλάχιστον να αγωνίζεται γι' αυτό. Ωστόσο ισοδύναμο το χρέος του να εκλαϊκεύει, να επιμένει, να φωτίζει, να υποκινεί ή καλύτερα να παρακινεί.
Τόσα μυαλά, τόση φαιά ουσία χαμένη, σπαταλημένη άδικα και άστοχα, στο ήσσων και στη σχολαστικότητα. Τόση ενέργεια και δύναμη του νου, φανταστείτε να αφιερώνονταν στο χτίσιμο μιας συνεπούς ηθικής πράξης και όχι μόνο θεωρίας. Φανταστείτε φιλοσόφους να διαπληκτίζονται καθημερινά γύρω μας με την καθεστηκυία άγνοια, ημιμάθεια, αδιαφορία. Να γκρεμίζουν το σαθρό και να ισοπεδώνουν τα χαλάσματα. Να κεντρίζουν την αμφισβήτηση και να συδαυλίζουν τις επαναστάσεις της καθημερινότητας αλλά και εκείνες στο πλήρωμα του χρόνου. Συλλογιστείτε αυτό το ασύλληπτο μπόλιασμα της κοινωνίας με οράματα, όνειρα, ιδέες, ιδανικά. Το ορθώς σκέπτεσθαι δεν είναι χίμαιρα. Η συνέπεια της λογικής (θεωρία) και η λογική της συνέπειας (πράξη) δεν είναι ουτοπικά ιδανικά αλλά περιμένουν να μεταλαμπαδευτούν σε μας, από τους σωστούς ανθρώπους. Δυστυχώς, πέρα από την ασυμμετρία της δράσης τους (θεωρητική κατά κύριο λόγο) οι φιλόσοφοι εξακολουθούν την πάγια και αλαζονική τακτική τους να συναστρέφονται εαυτούς, πράγμα που καθαυτό δε θα ήταν ιδιαιτέρως κολάσιμο αν δεν αναλώνονταν παντελώς μονάχα σε αυτό.
3. Παραδείγματος... μοσχάριν.
Στη βάση αυτή, απορώ που ένα σωρό από αναγνωρισμένους και αξιοσέβαστους στοχαστές της σύγχρονης φιλοσοφίας χρησιμοποιούν τόσο αλλοπρόσαλλα και εξωφρενικά παραδείγματα, πραγματικά εκτός τόπου και χρόνου. Προφανώς, θέλουν να δείξουν κάτι. Αισθάνονται ότι οφείλουν να απομονώσουν την υπόθεση και το ζητούμενο, από παραμέτρους που μπορεί να αποπροσανατολίσουν ή να θολώσουν την κρίση. Πιστεύουν πως μόνον έτσι θα καταφέρουν να αγγίξουν την ουσία και να αποδείξουν τη θέση τους και την ισχύ τους. Αποδεικνύουν τα πάντα στην ενδέκατη διάσταση μα αφήνουν το τετραδιάστατο κόσμο μας ανέγγιχτο. Όμως τι σημασία έχουν παρόμοια συμπεράσματα όταν στην πραγματική πραγματικότητα καλούμαστε να αποφασίσουμε, για τα σοβαρότερα ζητήματα, εν τω μέσω μιας συναισθηματικής κόλασης; Δεν εννοώ να αφεθούμε στην πυρκαγιά της ψυχής. Εννοώ τι σημασία μπορεί να έχει μια φιλοσόφηση που δεν τα λαμβάνει καθόλου υπόψιν; Επαναμβάνομαι - το ξέρω - αλλά έτσι καταλήγουμε να θεωρούμε ότι η λογική θα μας σώσει από όλα, ακόμη κι από τους εαυτούς μας, απαξιώνοντας τη μιζέρια και την υποκειμενικότητα των συναισθηματισμών. Καταντούμε σαν τον Παύλο, ο οποίος υποβίβασε το βρώμικο και ατελές σώμα και εξύψωσε την αιώνια και καθαρή ψυχή. Τέτοιες διακρίσεις όμως δεν υφίστανται στην πράξη. Όχι στον Καθαρό Λόγο, ούτε στον Άκρατο Οίνο! Ναι στα συμπόσια και στις φιλοσοφικές συζητήσεις που ακολουθούν το πρώτο ποτηράκι, εκείνο με την αναλογία 3:1 νερού προς κρασί. Αυτές οι εικόνες έχουν να μας πουν πολλά. Με άδειο στομάχι δεν υπάρχει τόπος για φιλοσοφία. Ούτε δίχως μια μικρή γουλιά που θα ζεστάνει το αίμα και την καρδιά ελαφρώς, όμως ποτέ υπέρ το δέον.
Απορώ που όλα αυτά τα πνεύματα, δεν έχουν να παρουσιάσουν κάποιο απτό παράδειγμα, ένα παράδειγμα ας πούμε από την ιστορία ή από τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Μήπως τελικά γιατί δεν υπάρχει κανένα; Μήπως τελικά γιατί με την αφαίρεση ετούτη κατορθώνουν να αποδείξουν μια υπόθεση, που δεν προκύπτει από καμία πιθανή πραγματικότητα; Μήπως γιατί η ενασχόλησή τους δεν αντλεί από τις αληθινές ανάγκες αλλά από τα φιλοσοφικά τους παιχνιδίσματα; Τείνω να πιστέψω ότι η πολλή αφαίρεση αφαιρεί τελικά και την ουσία. Μάλλον τρέχουμε μπροστά για να προλάβουμε να χτίσουμε την Ηθική του μέλλοντος. Να προνοήσουμε για το "κακό" προτού μας προλάβει, να είμαστε έτοιμη σαν φτάσει η ανάγκη. Αυτό όμως υποστηρίζω ότι δεν είναι, εν γένει, δυνατόν και πως η οποιαδήποτε ηθική, το κύριο σώμα της δηλαδή, χτίζεται σαν συνέπεια των πράξεών μας και όχι νωρίτερα, όπου μονάχα νεφελώματα και σύγχυση καταλαμβάνουν τη σκέψη. Η πράξη συγκεκριμενοποιεί και ξεκαθαρίζει. Για να πάρουμε μια σωστή ιδέα, λοιπόν, περί τίνος τυρβάζουμε, περί της ουσίας ή περί άλλων, χρειάζεται και τα παραδείγματά μας να έχουν την ανάλογη ευστοχία και επαφή με την πραγματικότητα. Αν ένας φιλόσοφος αδυνατεί ή αποφεύγει να μας δώσει ένα τέτοιο παράδειγμα δεν είναι εύλογο να υποψιαστούμε ότι μπορεί και να μην υπάρχει;
4. Δεν απορρέουν όλα από τη λογική.
Η λογική έχει όρια. Όποιος δεν το κατανοεί αυτό δεν του απομένει παρά να φέρεται και να συνδιαλέγεται σαν ανόητος, σαν κατ' επίφαση φιλόσοφος. Από τα "αφελή" παράδοξα του Ζήνωνα (που χρειάστηκαν αιώνες για να καταρριφθούν με βάση τη λογική, γιατί με βάση την πράξη ακυρώνονταν ανά πάσα στιγμή) μέχρι και τα θεωρήματα μη-πληρότητας του Godel, η επηρμένη λογική θα προσκρούει συνεχώς σε τείχη. Αν αυτό είναι απλώς ένα εξελικτικό στάδιο της ανθρώπινης φύσης μου είναι παντελώς αδιάφορο, όταν αυτό είναι το μόνο στάδιο που βιώνει σύμπασα η ανθρωπότητα, τη στιγμή που μιλάμε, και μέσα στα πλαίσια αυτού και μόνον καλείται να βρει μια άκρη στην ύπαρξη και στη δράση της.
Ο φιλόσοφος οφείλει να αναζητά τίμια και ακαταπόνητα την αλήθεια. Μέχρι να ανακαλύψει μία όμως θα πρέπει να σέβεται βασικές διαισθήσεις, που δεν πηγάζουν από καμία απόδειξη. Τι νόημα έχει, για παράδειγμα, να περιμένω από την επιστήμη να μου απαντήσει αν ο άνθρωπος είναι περισσότερο κακός παρά καλός; Τι νόημα έχει αν τα γονίδια μου είναι κατά βάση εγωιστικά ή αν η απαρχή ενός υποτυπώδους αλτρουισμού κρύβεται στους μηχανισμούς της εξελικτικής διαδικασίας; Αρκεί να κοιτάξουμε ένα γύρω τους ανθρώπους που συνυπάρχουν μαζί μας ή που υπήρξαν στους αιώνες. Αρκεί να στρέψουμε μια στάλα το βλέμμα στους ίδιους μας τους εαυτούς. Εκεί θα βρούμε τα πάντα, όσες αλήθειες μας χρειάζονται. Βεβαιότητες καμία κι ομοίως καμία Αλήθεια, όπως αυτή νοείται με το κεφαλαίο Α. Αλλά βρίθει το σύμπαν από αλήθειες τμηματικές και επί μέρους. Τι γυρεύουμε περισσότερο να ανακαλύψουμε; Αν είμαι ξέχωρα καλός Ή κακός (με μια συμβατική αντίληψη των εννοιών) δεν πρόκειται να το απαντήσω ποτέ. Πως είμαι όμως καλός ΚΑΙ κακός, αυτό το γνωρίζω με βεβαιότητα. Αν με απασχολεί η διαβάθμιση αυτό θεωρώ πως είναι εκτός θέματος. Αν με απασχολεί η ερμηνεία και η διαχείρηση, αυτό είναι νόημα και παιχνίδι ζωής ολόκληρης.
Ας πούμε: ο σεβασμός προς τον άνθρωπο, αυτό δεν χρειάζεται να το αποδείξω. Το νιώθω πως κάθε φιλοσοφία πρέπει να ξεκινάει από αυτή τη βάση. Ίσως να μπορεί να κατασκευαστεί μια εκπληκτικά λογικά συνεπής ηθική θεωρία της καταστροφής και της εκμετάλλευσης. Ποιο το νόημα, όμως, όταν μοιραζόμαστε όλοι τα ίδια πάνω κάτω συναισθήματα του πόνου και της μοναξιάς, να επιζητήσουμε ο,τιδήποτε προς την κατεύθυνση αυτή (της καταστροφής); Θα μου πείτε, κάνεις λάθος, δεν μοιραζόμαστε όλοι τα ίδια πράγματα. Αλλιώς δε θα υπήρχε θέση για βία και φονικό στον κόσμο. Μα σας είπα, δεν τίθεται θέμα διαβάθμισης. Εγώ δε μιλάω για την ένταση μιας αλήθειας αλλά για την "αληθινότητά" της. Κάποιοι νοιάζονται μόνο για την οικογένειά τους, κάποιοι για όλα τα πλάσματα του κόσμου, κάποιοι μόνο για πάρτη τους. Η διαβάθμιση της έγνοιας δεν κάνει την έγνοια λιγότερο ή περισσότερο αληθινή. Αυτό εννοώ.
Μην το κουράσουμε, όμως, περισσότερο σε αυτό το σημείο. Ίσως, κάποτε το αναλύσω διεξοδικότερα. Ορθώς φιλοσοφείν σημαίνει, για μένα, αναγνωρίζω τα όρια της λογικής μου, ξέρω πού να σταματήσω τα μπαλώματα και, από κει και πέρα, να αντέχω να συνεχίζω γυμνός. Γυμνός όχι από ντροπή ή από ένδεια σκέψης, αλλά από δυσφορία ή απέχθεια για τους βαρύτιμους επενδύτες, οι οποίοι μας προσδίδουν μια κάποια λάμψη αλλά από κάτω τους το σώμα και ο νους ασφυκτιά ή, πολύ χειρότερα, ψυχορραγεί.
- - -
Φυσικά και γνωρίζω ότι το κείμενο βρίθει ανακριβειών, παρεξηγήσεων, γενικεύσεων και ότι διακατέχεται από μία παντελή άγνοια πολλών και βασικών εννοιών. Αλλά αυτό ήταν και το ζητούμενο. Παραθέτοντας τις ατελείς μου θέσεις και στοιχειοθετώντας το αφελές προσπαθώ αυτό ακριβώς: να προσδιορίσω τις αδυναμίες μου και να τις εξαλείψω. Ολοκληρώνοντας το κείμενο με ετούτη την κατακλείδα έχω ήδη επαναπροσδιορίσει πολλά πράγματα μέσα στο μυαλό μου κι έπεται φαντάζομαι συνέχεια. Ωστόσο, κλείνοντας διαπιστώνω ότι μια πεποίθηση έμεινε μέσα μου ακλόνητη και πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι ο ορθός τρόπος του φιλοσοφείν περιλαμβάνει και μια ιδέα διαίσθησης. Ένα μικρό άλμα "σοφίας" που γαληνεύει θωπεύοντας γλυκά, χωρίς να αποκοιμίζει, την άγρια και αλαζονική, ψυχρή λογική, η οποία έχει μια τάση να κατασπαράζει τα σωθικά της. Ένα άλμα "σοφίας" που πηγάζει από την ορθή παρατήρηση και τριβή με τα ανθρώπινα, το οποίο επέρχεται με τα χρονια, την εμπειρία και φυσικά την καλή θέληση και την τιμιότητα.